Przychylać στα ελληνικά
Μετάφραση: przychylać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γέρνω, αποδέχομαι, προσφέρω, στροφή, κάμψη, κάμψης, καμπή, καμπής
Μεταφράσεις
- brzydota στα ελληνικά - παραμόρφωση, ασχημία, ασχήμια, την ασχήμια, ασχήμιας, ασκήμια
- cichobieżny στα ελληνικά - χαμηλού θορύβου, χαμηλά επίπεδα θορύβου, χαμηλό θόρυβο, χαμηλός θόρυβος, χαμηλή στάθμη θορύβου
- cynizm στα ελληνικά - κυνισμός, κυνισμό, κυνισμού, τον κυνισμό, ο κυνισμός
- hematologia στα ελληνικά - αιματολογία, αιματολογίας, αιματολογικές, αιματολογικό, αιματολογικούς
Τυχαίες λέξεις
Przychylać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γέρνω, αποδέχομαι, προσφέρω, στροφή, κάμψη, κάμψης, καμπή, καμπής
Μεταφράσεις: γέρνω, αποδέχομαι, προσφέρω, στροφή, κάμψη, κάμψης, καμπή, καμπής