Przyczepka στα ελληνικά
Μετάφραση: przyczepka, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
νταλίκα, ρυμουλκούμενο, τρέιλερ, ρυμουλκούμενου, ρυμουλκουμένου, του ρυμουλκουμένου
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- aula στα ελληνικά - αίθουσα, αίθουσα της συνεδρίασης, αίθουσα συνεδριάσεων, αίθουσα συνελεύσεων, αίθουσα συγκεντρώσεων, αίθουσα τελετών
- brzydko στα ελληνικά - απαίσια, άσχημος, άσχημο, άσχημη, άσχημα, άσχημες
- flotacja στα ελληνικά - επίπλευση, επίπλευσης, επιπλεύσεως, πλεύσης
- inny στα ελληνικά - άλλος, νέος, καινούριος, διαφορετικός, άλλα, άλλες, άλλων, ...
Τυχαίες λέξεις
Przyczepka στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: νταλίκα, ρυμουλκούμενο, τρέιλερ, ρυμουλκούμενου, ρυμουλκουμένου, του ρυμουλκουμένου
Μεταφράσεις: νταλίκα, ρυμουλκούμενο, τρέιλερ, ρυμουλκούμενου, ρυμουλκουμένου, του ρυμουλκουμένου