Przygnieść στα ελληνικά
Μετάφραση: przygnieść, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πνίγω, συντρίβω, κατακλύζω, συντρίψει, κατακλύσουν, κατακλύζουν, ξεπερνούν τις
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- abstrahować στα ελληνικά - κυκλοφορώ, άγνοια, παραγνωρίζω, στενά, περνώ, πέρασμα, περίληψη, ...
- bachanalia στα ελληνικά - γλέντι, ξεφάντωμα, ξεφαντώματος, revelry, κραιπάλη
- czarnula στα ελληνικά - Γύφτος, τσιγγάνων, Gypsy, των τσιγγάνων, τσιγγάνος
- dzban στα ελληνικά - στάμνα, κανάτα, βαζάκι, κούπα, μούρη, κανάτας, πρόχους, ...
Τυχαίες λέξεις
Przygnieść στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πνίγω, συντρίβω, κατακλύζω, συντρίψει, κατακλύσουν, κατακλύζουν, ξεπερνούν τις
Μεταφράσεις: πνίγω, συντρίβω, κατακλύζω, συντρίψει, κατακλύσουν, κατακλύζουν, ξεπερνούν τις