Przysmażać στα ελληνικά
Μετάφραση: przysmażać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μαρίδα, καβουρντίζω, τηγανίζω, τηγανίζουμε, γόνου, ιχθύδια, τα τηγανίζουμε
Μεταφράσεις
- dokumentowanie στα ελληνικά - τεκμηρίωση, τεκμηρίωσης, έγγραφα, φάκελο, εγγράφων
- eliminacyjny στα ελληνικά - κατατακτήριες, που πληροί τις προϋποθέσεις, που πληρούν τις προϋποθέσεις, πληροί τις προϋποθέσεις, ειδική
- gluten στα ελληνικά - γλουτένη, γλουτένης, τη γλουτένη, στη γλουτένη, σε γλουτένη
- humanitarność στα ελληνικά - ανθρωπότητα, καλοσύνη, ευγένεια, ανθρωπιάς, ανθρωπιά, βαναυσότητας
Τυχαίες λέξεις
Przysmażać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μαρίδα, καβουρντίζω, τηγανίζω, τηγανίζουμε, γόνου, ιχθύδια, τα τηγανίζουμε
Μεταφράσεις: μαρίδα, καβουρντίζω, τηγανίζω, τηγανίζουμε, γόνου, ιχθύδια, τα τηγανίζουμε