Λέξη: ολοφάνερος
Σχετικές λέξεις: ολοφάνερος
ολοφάνερος συνώνυμα
Συνώνυμα: ολοφάνερος
εναρχής, φανερός, καταφανής, έκδηλος, διαφανής, αλάνθαστος, πρόδηλος
Μεταφράσεις: ολοφάνερος
ολοφάνερος στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
glaring, evident, unmistakable
ολοφάνερος στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
brillante, evidente, evidentes, evidencia, manifiesto, patente
ολοφάνερος στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
anblitzend, blendend, grell, eklatant, offensichtlich, deutlich, ersichtlich, verständlich
ολοφάνερος στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
voyant, criard, éblouissant, criant, tapageur, aveuglant, flagrant, évident, évidente, manifeste, évidence, évidents
ολοφάνερος στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
evidente, evidenti, chiaro, palese, visibile
ολοφάνερος στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
evidente, evidentes, claro, óbvio
ολοφάνερος στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
evident, duidelijk, blijkt, zichtbaar, duidelijke
ολοφάνερος στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
вопиющий, кричащий, ослепительный, яркий, очевидный, очевидно, очевидным, очевидна
ολοφάνερος στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
grell, tydelig, innlysende, åpenbart, klart, fremgår
ολοφάνερος στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
bjärt, uppenbar, uppenbart, tydligt, framgår, klart
ολοφάνερος στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
häikäisevä, törkeä, ilmeinen, selvää, ilmeistä
ολοφάνερος στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
indlysende, klart, tydeligt, fremgår
ολοφάνερος στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
nápadný, křiklavý, evidentní, zřejmé, patrné, patrný
ολοφάνερος στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
jaskrawy, widoczny, oczywisty, oczywiste, widoczne
ολοφάνερος στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
nyilvánvaló, egyértelmű, nyilvánvalóvá, értetődő
ολοφάνερος στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
belirgin, belirgindir, açık, açıktır, belli
ολοφάνερος στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
сліпучий, блискотіння, яскравий, кричущий, яркий, очевидний, очевидне, очевидна, очевидну, явний
ολοφάνερος στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
i dukshëm, i qartë, qartë, evidente, e qartë
ολοφάνερος στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
очевиден, очевидно, очевидна, видно
ολοφάνερος στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
відавочны, відавочная, відавочную, відавочнае
ολοφάνερος στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
ere, kiiskav, räige, ilmne, selge, ilmneb
ολοφάνερος στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
evidentan, očit, vidljivo, očito, evidentno
ολοφάνερος στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
augljóst, ljóst, fram, augljós, áberandi
ολοφάνερος στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
akivaizdus, akivaizdu, akivaizdi, aišku
ολοφάνερος στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
skaidrs, redzams, acīmredzams, acīmredzama
ολοφάνερος στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
евидентно, евидентна, евидентно е, евидентен, евидентни
ολοφάνερος στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
orbitor, evident, evidentă, evidente, evidenta, clar
ολοφάνερος στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
razvidno,, razvidno, očitna, očitno, očiten
ολοφάνερος στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
nápadný, evidentné, evidentná, zrejmé, evidentný, jasné