Przytrzymanie στα ελληνικά

Μετάφραση: przytrzymanie, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αμπάρι, κρατώ, ταραχή, φόβος, σύλληψη, κρατήστε, κρατήστε πατημένο το, κρατήστε πατημένο, κατέχουν, κατέχει
Przytrzymanie στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • cylinder στα ελληνικά - κύλινδρος, κυλίνδρου, κύλινδρο, κυλίνδρων, του κυλίνδρου
  • dzban στα ελληνικά - στάμνα, κανάτα, βαζάκι, κούπα, μούρη, κανάτας, πρόχους, ...
  • entalpia στα ελληνικά - ενθαλπίας, ενθαλπία, της ενθαλπίας, την ενθαλπία, ενθαλπίας που
Τυχαίες λέξεις
Przytrzymanie στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αμπάρι, κρατώ, ταραχή, φόβος, σύλληψη, κρατήστε, κρατήστε πατημένο το, κρατήστε πατημένο, κατέχουν, κατέχει