Rękojeść στα ελληνικά
Μετάφραση: rękojeść, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χερούλι, χειρίζομαι, κουτουλώ, μεταχειρίζομαι, λαβή, χειριστεί, χειρίζονται, χειρισμό, χειρίζεται
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- agencja στα ελληνικά - υπηρεσία, πρακτορείο, Οργανισμού, Οργανισμός, οργανισμό, γραφείο
- amok στα ελληνικά - αμόκ, AMOK, ΑΜΟΚ, κατάσταση αμόκ, έξω φρενών
- dekoracyjnie στα ελληνικά - διακοσμητικά, διακοσμητικό, decoratively, με διακοσμητικό, αισθητικού αποτελέσματος
- grzecznościowy στα ελληνικά - αποπνιχτικός, κοντά, πνιγηρός, κολλητός, φιλοφρονητικός, ευγενικός, ευγενικό, ...
Τυχαίες λέξεις
Rękojeść στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χερούλι, χειρίζομαι, κουτουλώ, μεταχειρίζομαι, λαβή, χειριστεί, χειρίζονται, χειρισμό, χειρίζεται
Μεταφράσεις: χερούλι, χειρίζομαι, κουτουλώ, μεταχειρίζομαι, λαβή, χειριστεί, χειρίζονται, χειρισμό, χειρίζεται