Rodowód στα ελληνικά
Μετάφραση: rodowód, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
οικογένεια, ράτσα, προέλευση, γένεση, γενεαλογία, καταγωγή, γενεαλογίας, γράμμωσης, γενιάς
Μεταφράσεις
- cudaczny στα ελληνικά - απόκοσμος, εκκεντρικός, αλλόκοτος, ιδιότροπος, άστατος, φαντασιόπληκτος, ιδιότροπη, ...
- dojrzale στα ελληνικά - ώριμα, ωριμότητα, maturely, ωριμότερα, με ωριμότητα
- gnojowisko στα ελληνικά - σωρός κοπριάς
- hipertermia στα ελληνικά - υπερθερμία, υπερθερμίας, την υπερθερμία, η υπερθερμία, της υπερθερμίας
Τυχαίες λέξεις
Rodowód στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: οικογένεια, ράτσα, προέλευση, γένεση, γενεαλογία, καταγωγή, γενεαλογίας, γράμμωσης, γενιάς
Μεταφράσεις: οικογένεια, ράτσα, προέλευση, γένεση, γενεαλογία, καταγωγή, γενεαλογίας, γράμμωσης, γενιάς