Γένεση στα πολωνικά
Μετάφραση: γένεση, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
geneza, rodowód, genesis, Księga Rodzaju, genezy, genezę
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γένεση
γένεση εξέλιξη, γένεση γέννηση, γένεση τησ τραγωδίασ, γένεση της κύπρου, γένεση παλαιά διαθήκη, γένεση λεξικό γλώσσας πολωνικά, γένεση στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- γέλια στα πολωνικά - śmiech, śmieje się, śmieje
- γέμισμα στα πολωνικά - skośny, plomba, przekrojenie, napełnianie, materiał, przeżegnać, pokreślić, ...
- γένι στα πολωνικά - wyzwać, bródka, zarost, broda, brody, brodę
- γένια στα πολωνικά - szczecina, rżysko, ściernisko, zarost, cierń, broda, ścierń, ...
Τυχαίες λέξεις
Γένεση στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: geneza, rodowód, genesis, Księga Rodzaju, genezy, genezę
Μεταφράσεις: geneza, rodowód, genesis, Księga Rodzaju, genezy, genezę