Rozkładać στα ελληνικά

Μετάφραση: rozkładać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διαλύω, αποφασίζω, φουντώνω, σαπίζω, διανέμω, κατανέμω, αποσυνθέτω, επέκταση, διευθετώ, φθορά, παρακμή, ξεδιπλώνω, διαδίδω, απλώνω, παρακμάζω, λύνω, διάδοση, εξάπλωση, εξάπλωσης, διάδοσης, εξάπλωσής
Rozkładać στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • babka στα ελληνικά - γιαγιά, βαβά, τη γιαγιά, η γιαγιά, γιαγιάς, της γιαγιάς
  • emulgator στα ελληνικά - γαλακτωματοποιητής, γαλακτωματοποιητή, γαλακτωματοποιητού, γαλακτοματοποιητή, γαλακτοματοποιητής
  • generalizować στα ελληνικά - γενικεύσουμε, γενικεύουμε, γενικεύσει, γενίκευση, γενικεύσουν
Τυχαίες λέξεις
Rozkładać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διαλύω, αποφασίζω, φουντώνω, σαπίζω, διανέμω, κατανέμω, αποσυνθέτω, επέκταση, διευθετώ, φθορά, παρακμή, ξεδιπλώνω, διαδίδω, απλώνω, παρακμάζω, λύνω, διάδοση, εξάπλωση, εξάπλωσης, διάδοσης, εξάπλωσής