Rozpryskiwać στα ελληνικά

Μετάφραση: rozpryskiwać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διασπείρω, διασκορπίζω, πιτσιλίζω, πιτσιλάω, διασκορπίζομαι, πλατσουρίζω, ψεκάζω, σκορπίζω, διασποράς, σκέδασης, διασπορά, scatter, σκέδαση
Rozpryskiwać στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bezkonkurencyjny στα ελληνικά - ανυπόφορος, απαράμιλλος, απαράμιλλη, απαράμιλλο, ασύγκριτη, ταίρι
  • czułek στα ελληνικά - πλοκάμι, σάλπιγγα, κόρνα, κεραία, νηματίων, Tentacle, πλοκάμων, ...
  • dostrzeganie στα ελληνικά - αντίληψη, αντίληψης, την αντίληψη, η αντίληψη, αντίληψή
  • herszt στα ελληνικά - φύλαρχος, πρωτεργάτη, επικεφαλής, ηγετικό, επί κεφαλής, ηγετικό ρόλο
Τυχαίες λέξεις
Rozpryskiwać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διασπείρω, διασκορπίζω, πιτσιλίζω, πιτσιλάω, διασκορπίζομαι, πλατσουρίζω, ψεκάζω, σκορπίζω, διασποράς, σκέδασης, διασπορά, scatter, σκέδαση