Rumienić στα ελληνικά
Μετάφραση: rumienić, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κοκκινίζω, καφέ, καστανό, καφετιά, καφετί, καστανά
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- boginka στα ελληνικά - νύμφη, νύμφης, της νύμφης, νύμφες, τη νύμφη
- branżowy στα ελληνικά - επαγγελματίας, επαγγελματικός, επιχείρηση, Επαγγελματικές, Business, Επιχειρήσεων, Επαγγελματικός
- chorować στα ελληνικά - υποφέρω, πάσχω, ψεύδομαι, κείμαι, παθαίνω, πονώ, ενοχλώ, ...
- hiperbola στα ελληνικά - υπερβολή, υπερβολές, υπερβολής, η υπερβολή, την υπερβολή
Τυχαίες λέξεις
Rumienić στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κοκκινίζω, καφέ, καστανό, καφετιά, καφετί, καστανά
Μεταφράσεις: κοκκινίζω, καφέ, καστανό, καφετιά, καφετί, καστανά