Rzecz στα ελληνικά

Μετάφραση: rzecz, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πράμα, πράγμα, ταχύτητα, ύλη, αντικρίζω, αντιτείνω, προσαρμόζω, κύρος, κομμάτι, νοιάζομαι, υπόθεση, θέμα, πρόσωπο, αντιμετωπίζω, αντικείμενο, πράγμα που, κάτι, το πράγμα
Rzecz στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • dowieźć στα ελληνικά - οδηγώ, φέρω, φέρει, να, θέτουν, φέρουν
  • drobić στα ελληνικά - κιμάς, θρυμματίζω, πάω βόλτα, βηματισμός νήπιου, βαδίζω με μικρά βήματα ώς το νήπιον
  • galar στα ελληνικά - μαούνα, φορτηγίδα, φορτηγίδας, φορτηγίδες, φορτηγίδος, φορτηγίδων
  • goniec στα ελληνικά - δρομέας, επίσκοπος, αθλητής, σελίδα, αγγελιοφόρος, δρομέα, συμμετέχων, ...
Τυχαίες λέξεις
Rzecz στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πράμα, πράγμα, ταχύτητα, ύλη, αντικρίζω, αντιτείνω, προσαρμόζω, κύρος, κομμάτι, νοιάζομαι, υπόθεση, θέμα, πρόσωπο, αντιμετωπίζω, αντικείμενο, πράγμα που, κάτι, το πράγμα