Satysfakcja στα ελληνικά
Μετάφραση: satysfakcja, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ικανοποίηση, αρέσκεια, την ικανοποίηση, την ικανοποίησή, ικανοποίηση των, ικανοποίηση του
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- czaić στα ελληνικά - στέλεχος, παραμονεύω, κυνηγώ, παγανίζω, υποκρύπτομαι, κρύβομαι, ενεδρεύω, ...
- demon στα ελληνικά - τελώνιο, δαίμονας, δαίμονα, δαιμόνιο, δαιμόνων
- energochłonny στα ελληνικά - ενεργοβόρες, ενεργειακής έντασης, εντάσεως ενέργειας, έντασης ενέργειας, ενεργειοβόρες
Τυχαίες λέξεις
Satysfakcja στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ικανοποίηση, αρέσκεια, την ικανοποίηση, την ικανοποίησή, ικανοποίηση των, ικανοποίηση του
Μεταφράσεις: ικανοποίηση, αρέσκεια, την ικανοποίηση, την ικανοποίησή, ικανοποίηση των, ικανοποίηση του