Ικανοποίηση στα πολωνικά

Μετάφραση: ικανοποίηση, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
rozkosz, satysfakcja, zadowolenie, spełnienie, zaspokojenie, zadośćuczynienie, Satisfaction
Ικανοποίηση στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ικανοποίηση

ικανοποίηση συνώνυμα, ικανοποίηση ασθενών, ικανοποίηση φοιτητών, ικανοποίηση εργαζομένων, ικανοποίηση από την εργασία, ικανοποίηση λεξικό γλώσσας πολωνικά, ικανοποίηση στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • ιθύνω στα πολωνικά - linia, prawidło, panowanie, rządzić, panować, reguła, calówka, ...
  • ικανά στα πολωνικά - umiejętnie, zdolny, stanie, w stanie, zdolne, zdolne do
  • ικανοποιημένο στα πολωνικά - pojemność, zawartość, objętość, merytoryczny, zadowalać, zadowolenie, treść, ...
  • ικανοποιημένος στα πολωνικά - zadowalać, merytoryczny, pojemność, zadowolenie, objętość, zawartość, treść, ...
Τυχαίες λέξεις
Ικανοποίηση στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: rozkosz, satysfakcja, zadowolenie, spełnienie, zaspokojenie, zadośćuczynienie, Satisfaction