Sfalowanie στα ελληνικά
Μετάφραση: sfalowanie, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κυμάτισμα, κελαρύζω, κυματισμός, κυματώδης, κυματιστός, κυματιστές, κυματοειδείς, κυματιστό
Μεταφράσεις
- autoryzowany στα ελληνικά - εξουσιοδοτημένο, εξουσιοδοτημένος, επιτρέπεται, εξουσιοδότησε, εγκριθεί
- chimeryczność στα ελληνικά - ανύπαρκτο, εξωπραγματικού, μη πραγματικότητας, μη πραγματικότητα
- ciepło στα ελληνικά - ζεστασιά, θερμαίνω, ζεσταίνω, ζέστη, θερμότητα, θερμότητας, θερμική, ...
- dostosowywać στα ελληνικά - αρμόζω, σκελετός, πλαισιώνω, διασκευάζω, βολεύω, προσαρμόζω, σώμα, ...
Τυχαίες λέξεις
Sfalowanie στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κυμάτισμα, κελαρύζω, κυματισμός, κυματώδης, κυματιστός, κυματιστές, κυματοειδείς, κυματιστό
Μεταφράσεις: κυμάτισμα, κελαρύζω, κυματισμός, κυματώδης, κυματιστός, κυματιστές, κυματοειδείς, κυματιστό