Sfotografować στα ελληνικά

Μετάφραση: sfotografować, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φωτογραφία, φωτογραφίζω, φωτογραφίας, φωτογραφίες, τη φωτογραφία, φωτογραφία που
Sfotografować στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • adwent στα ελληνικά - ερχομός, έλευση, Advent, Παρουσία, την Advent, ερχομό
  • blaszkowaty στα ελληνικά - ελασματώδης, στρωτή, στρωτής, ελασματοειδούς, ελασματοειδές
  • dwunasty στα ελληνικά - δωδέκατος, δωδέκατο, δωδέκατη, της δωδέκατης, δωδέκατου
  • glinianka στα ελληνικά - πηλός, του ορυχείου πυλού, ορυχείου πυλού, και του ορυχείου πυλού, Το ορυχείο πυλού
Τυχαίες λέξεις
Sfotografować στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φωτογραφία, φωτογραφίζω, φωτογραφίας, φωτογραφίες, τη φωτογραφία, φωτογραφία που