Skład στα ελληνικά

Μετάφραση: skład, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σύνθεση, προαύλιο, βασικός, μαγαζί, συνδετήρας, αυλή, παρακρατώ, συμπλήρωμα, ταμείο, απόθεμα, αποθηκεύω, βάζω, αποθήκη, ξεφορτώνομαι, ρίχνω, αποθήκευση, σύνθεσης, συνθέσεως, σύνθεση που, σύσταση
Skład στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • anglizować στα ελληνικά - Anglicize
  • audyt στα ελληνικά - ελέγχω, έλεγχος, ελέγχου, λογιστικού ελέγχου, ελεγκτικών, του ελέγχου
  • epidemicznie στα ελληνικά - επιδημίας, επιδημικά, υπό τη μορφή επιδημίας, μορφή επιδημίας, επιδημιακά
  • ewenement στα ελληνικά - αίσθηση, αίσθημα, αίσθησης, καύσου, την αίσθηση
Τυχαίες λέξεις
Skład στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σύνθεση, προαύλιο, βασικός, μαγαζί, συνδετήρας, αυλή, παρακρατώ, συμπλήρωμα, ταμείο, απόθεμα, αποθηκεύω, βάζω, αποθήκη, ξεφορτώνομαι, ρίχνω, αποθήκευση, σύνθεσης, συνθέσεως, σύνθεση που, σύσταση