Skrapiać στα ελληνικά
Μετάφραση: skrapiać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πασπάλισμα, υγραίνω, υγρός, πασπαλίζω, νωπός, ραντίζω, ψιχαλίζω, καταβρέχω, πασπαλίζουμε, ψεκάστε
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- capieć στα ελληνικά - βρόμα, βρομιά, βρομώ
- chroniczny στα ελληνικά - χρόνιος, χρόνιας, χρόνιες, χρόνιων, χρόνιο
- deforestacja στα ελληνικά - αποψίλωση των δασών, της αποψίλωσης των δασών, αποψίλωσης των δασών, την αποψίλωση των δασών, η αποψίλωση των δασών
- dzielność στα ελληνικά - ανδρεία, την ανδρεία, ικανότητα, ανδρείας, δεξιότητα
Τυχαίες λέξεις
Skrapiać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πασπάλισμα, υγραίνω, υγρός, πασπαλίζω, νωπός, ραντίζω, ψιχαλίζω, καταβρέχω, πασπαλίζουμε, ψεκάστε
Μεταφράσεις: πασπάλισμα, υγραίνω, υγρός, πασπαλίζω, νωπός, ραντίζω, ψιχαλίζω, καταβρέχω, πασπαλίζουμε, ψεκάστε