Skrzek στα ελληνικά
Μετάφραση: skrzek, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γεννοβολώ, γεννώ, κοάζω, φωνάζω, κακάρισμα, squawk, κραυγή όρνιθος, κράζω
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- aromat στα ελληνικά - ευωδία, άρωμα, ευωδιά, οσμή, μυρωδιά, γεύομαι, ζήλος, ...
- dwunastościan στα ελληνικά - δωδεκάεδρο, δωδεκαέδρου, δωδεκάεδρα, δωδεκαέδρων, δωδεκάεδρου
- huczny στα ελληνικά - λαμπρός, βροντερός, ηχηρός, ξιπασμένος, μεγάλος, σπουδαίος, θορυβώδης, ...
- humanista στα ελληνικά - ουμανιστής, ανθρωπιστής, ανθρωπιστή, ουμανιστική, ανθρωπιστών
Τυχαίες λέξεις
Skrzek στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γεννοβολώ, γεννώ, κοάζω, φωνάζω, κακάρισμα, squawk, κραυγή όρνιθος, κράζω
Μεταφράσεις: γεννοβολώ, γεννώ, κοάζω, φωνάζω, κακάρισμα, squawk, κραυγή όρνιθος, κράζω