Spór στα ελληνικά

Μετάφραση: spór, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διαμάχη, διαφορά, διένεξη, λογομαχία, επιχείρημα, διεκδικώ, διαφωνία, τιμάριο, αντιπαράθεση, διαφοράς, διαφορών
Spór στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • amplituda στα ελληνικά - εύρος, πλάτος, πλάτους, εύρους, το πλάτος
  • gama στα ελληνικά - φάσμα, κλίμακα, διακυμαίνομαι, λέπι, κλιμάκωση, εμβέλεια, κλίμακας, ...
Τυχαίες λέξεις
Spór στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διαμάχη, διαφορά, διένεξη, λογομαχία, επιχείρημα, διεκδικώ, διαφωνία, τιμάριο, αντιπαράθεση, διαφοράς, διαφορών