Spacerówka στα ελληνικά

Μετάφραση: spacerówka, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αμαξάκι, περιπατητής, καροτσάκι, καρότσι, Καροτσάκι μωρού, καροτσιού
Spacerówka στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • beztroska στα ελληνικά - καταπραΰνω, άνεση, αδιαφορία, ανεμελία, ξεγνοιασιάς, ξεγνοιασιά, ανεμελιάς
  • binarny στα ελληνικά - δυαδικός, Binary, Δυαδική, Δυαδικό, Δυαδικές, Δυαδικά
  • feminizm στα ελληνικά - φεμινισμός, φεμινισμού, φεμινισμό, ο φεμινισμός, το φεμινισμό
  • figurować στα ελληνικά - αριθμός, πρόσωπο, εικόνα, φιγούρα, Σχήμα, Το Σχήμα
Τυχαίες λέξεις
Spacerówka στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αμαξάκι, περιπατητής, καροτσάκι, καρότσι, Καροτσάκι μωρού, καροτσιού