Αμαξάκι στα πολωνικά

Μετάφραση: αμαξάκι, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
powozik, spacerówka, wagonik, zapluskwiony, bUGGY, wadliwy, wózek
Αμαξάκι στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αμαξάκι

το αμαξάκι, παιδικό αμαξάκι, αμαξάκι λεξικό γλώσσας πολωνικά, αμαξάκι στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • αμίαντος στα πολωνικά - azbest, azbestu, azbestowo, azbestowe, azbestowego
  • αμαθής στα πολωνικά - nieświadomy, niewykształcony, ignorancki, oduczyć, niewykształceni, niedouczeni, niewykształconych, ...
  • αμαξοστοιχία στα πολωνικά - tresować, kolejka, pociąg, uczyć, wyszkolić, trenować, wytrenować, ...
  • αμαρτάνω στα πολωνικά - grzech, grzeszyć, zgrzeszyć, grzechem, sin, grzechu
Τυχαίες λέξεις
Αμαξάκι στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: powozik, spacerówka, wagonik, zapluskwiony, bUGGY, wadliwy, wózek