Sparzać στα ελληνικά
Μετάφραση: sparzać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ζεματίζω
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- cholewa στα ελληνικά - πόδι, στάδιο
- chłop στα ελληνικά - αγρότης, άντρας, συνάδελφος, χωριάτης, τύπος, χωρικός, αγροτών, ...
- detoksykacja στα ελληνικά - αποτοξίνωση, την αποτοξίνωση, αποτοξίνωσης, Η αποτοξίνωση, αποτοξικοποίηση
- dymnica στα ελληνικά - fumitory
Τυχαίες λέξεις
Sparzać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ζεματίζω
Μεταφράσεις: ζεματίζω