Stały στα ελληνικά

Μετάφραση: stały, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αδιάκοπος, στάβλος, συνεχής, όρθιος, κύρος, στερεός, σταθερός, μόνιμος, συμπαγής, σταθερό, σταθερή, σταθερού, σταθερής
Stały στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • chlać στα ελληνικά - περιδρομιάζω, πίνω πολύ, καταρροφώ, guzzle, καταναλώνουν
  • ekonomiczny στα ελληνικά - οικονομικός, οικονομική, οικονομικής, οικονομικών, οικονομικές
  • elegant στα ελληνικά - κομψός, κομψό, κομψά, κομψή, το κομψό
  • eratyczny στα ελληνικά - ασταθής, ακανόνιστη, ασταθείς, ακανόνιστες, ασταθή
Τυχαίες λέξεις
Stały στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αδιάκοπος, στάβλος, συνεχής, όρθιος, κύρος, στερεός, σταθερός, μόνιμος, συμπαγής, σταθερό, σταθερή, σταθερού, σταθερής