Streszczenie στα ελληνικά

Μετάφραση: streszczenie, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επιτομή, σύντομος, περίληψη, χωνεύω, ξαναρχίζω, διατυπώνω, θεωρητικός, σκιαγράφηση, σύνοψη, συνοπτική, συνοπτικά, περίληψης
Streszczenie στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • antykwaryczny στα ελληνικά - αρχαιολόγος
  • aparatczyk στα ελληνικά - απαρατσίκ, apparatchik, απαράτσικ
  • chuchać στα ελληνικά - αναπνέω, τολύπη, αναπνέετε, αναπνέει, αναπνέουν, αναπνεύσει
  • dezaktywować στα ελληνικά - απενεργοποίηση, απενεργοποιήσετε, να απενεργοποιήσετε, απενεργοποιήστε, απενεργοποιήσει
Τυχαίες λέξεις
Streszczenie στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επιτομή, σύντομος, περίληψη, χωνεύω, ξαναρχίζω, διατυπώνω, θεωρητικός, σκιαγράφηση, σύνοψη, συνοπτική, συνοπτικά, περίληψης