Strzelać στα ελληνικά

Μετάφραση: strzelać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εκτινάσσω, βλαστός, πυροβολισμός, πυροβολώ, απολύω, πυροβόλησα, σκάγια, φωτιά, πυρκαγιά, πυροβολήσει, πυροβολούν, σουτ, πυροβολήσουν
Strzelać στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • archiwizacja στα ελληνικά - Αρχειοθέτηση, αρχειοθέτησης, Η αρχειοθέτηση, Archiving, της αρχειοθέτησης
  • diapozytyw στα ελληνικά - τσουλήθρα, γλιστρώ, ολίσθηση, διαφάνεια, slide, διαφανειών
  • gramatura στα ελληνικά - βάρος, ουσία, βάρους, το βάρος, κατά βάρος, του βάρους
  • hydraulicznie στα ελληνικά - υδραυλικά, υδραυλικώς, υδραυλική, υδραυλικό, υδραυλικής
Τυχαίες λέξεις
Strzelać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εκτινάσσω, βλαστός, πυροβολισμός, πυροβολώ, απολύω, πυροβόλησα, σκάγια, φωτιά, πυρκαγιά, πυροβολήσει, πυροβολούν, σουτ, πυροβολήσουν