Szampon στα ελληνικά

Μετάφραση: szampon, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σαμπουάν, το σαμπουάν, σαμπουάν που, λούσιμο
Szampon στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bliźniak στα ελληνικά - δίδυμο, δίδυμος, μονά, δύο μονά, twin
  • fiord στα ελληνικά - φιόρδ, φιορδ, στο φιόρδ, στα φιόρδ
  • gaduła στα ελληνικά - καρακάξα, πολυλογάς, φαφλατάς, κουρέλι, πολυφλύαρο άτομο
Τυχαίες λέξεις
Szampon στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σαμπουάν, το σαμπουάν, σαμπουάν που, λούσιμο