Szybko στα ελληνικά
Μετάφραση: szybko, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σύντομα, γοργά, έγκαιρα, κοντολογίς, σύντομος, γρήγορος, γοργός, γρήγορα, γρήγορη, ταχέως, τη γρήγορη
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- beznogi στα ελληνικά - footless, χωρίς πόδι, χωρίς πέλμα
- chyżo στα ελληνικά - ταχέως, γρήγορα, ταχεία, σύντομα, ταχύτερο
- ciemieniowy στα ελληνικά - πλευρικός, βρεγματικό, τοιχωματικών, τοιχωματικά, βρεγματικού
- instrukcja στα ελληνικά - δήλωση, κατάσταση, εγχειρίδιο, εντολή, οδηγία, οδηγίες, οδηγιών, ...
Τυχαίες λέξεις
Szybko στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σύντομα, γοργά, έγκαιρα, κοντολογίς, σύντομος, γρήγορος, γοργός, γρήγορα, γρήγορη, ταχέως, τη γρήγορη
Μεταφράσεις: σύντομα, γοργά, έγκαιρα, κοντολογίς, σύντομος, γρήγορος, γοργός, γρήγορα, γρήγορη, ταχέως, τη γρήγορη