Taksowanie στα ελληνικά
Μετάφραση: taksowanie, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καταμέτρηση, μέτρηση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- birbantować στα ελληνικά - καταδαπανώ, ευωχούμαι, ξεφαντώνω, carouse, γλέντι, μεθοκοπώ
- cienieć στα ελληνικά - φίνος, πρόστιμο, ψιλή, αίθριος, λεπτός, λεπτό, λεπτή, ...
- diabelski στα ελληνικά - σατανικός, διαβολικός, μόρτικος, διαβολική, διαβολικό
- einstein στα ελληνικά - Αϊνστάιν, Einstein, αινστάιν, του Αϊνστάιν, του Einstein
Τυχαίες λέξεις
Taksowanie στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καταμέτρηση, μέτρηση
Μεταφράσεις: καταμέτρηση, μέτρηση