Technik στα ελληνικά
Μετάφραση: technik, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μηχανικός, μηχανεύομαι, τεχνικός, τεχνικό, τεχνικού, τον τεχνικό, τεχνικό της
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- cherlactwo στα ελληνικά - έσχατο γήρας, εξασθένησή, την εξασθένησή, εξασθένηση, εξασθένησης
- chlorofil στα ελληνικά - χλωροφύλλη, χλωροφύλλης, της χλωροφύλλης, η χλωροφύλλη, τη χλωροφύλλη
- degradować στα ελληνικά - εκφαυλίζω, χαμηλώνω, υποβαθμίζω, καθαιρώ, ταπεινώνω, εξευτελίζω, υποβαθμίσει, ...
- homogenicznie στα ελληνικά - ομοιογενώς, ομογενώς, ομοιογενή, ομοιόμορφα, τρόπο ομοιογενή
Τυχαίες λέξεις
Technik στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μηχανικός, μηχανεύομαι, τεχνικός, τεχνικό, τεχνικού, τον τεχνικό, τεχνικό της
Μεταφράσεις: μηχανικός, μηχανεύομαι, τεχνικός, τεχνικό, τεχνικού, τον τεχνικό, τεχνικό της