Trąd στα ελληνικά
Μετάφραση: trąd, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λώβα, λέπρα, λέπρας, τη λέπρα, η λέπρα, της λέπρας
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- aseptyka στα ελληνικά - ασηψία, ασηψίας, αποστείρωσης, η ασηψία, ασηπτικότητα
- autotransformator στα ελληνικά - αυτομετασχηματιστής, αυτομετασχηματιστή, του αυτομετασχηματιστή
- elokwentnie στα ελληνικά - εύγλωττα, ευγλωττία, ευφράδεια, εύγλωττο τρόπο, εύστοχα
- inteligentnie στα ελληνικά - έξυπνα, έξυπνο, έξυπνο τρόπο, με έξυπνο, με έξυπνο τρόπο
Τυχαίες λέξεις
Trąd στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λώβα, λέπρα, λέπρας, τη λέπρα, η λέπρα, της λέπρας
Μεταφράσεις: λώβα, λέπρα, λέπρας, τη λέπρα, η λέπρα, της λέπρας