Trenowanie στα ελληνικά

Μετάφραση: trenowanie, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εκπαίδευση, προπονούμενος, προπόνηση, κατάρτισης, κατάρτιση, εκπαίδευσης, την κατάρτιση
Trenowanie στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • akordeonista στα ελληνικά - ακορντεονίστα, ακορντεονίστας, τον ακορντεονίστα, ακκορντεονίστα, ακκορντεονίστας
  • decylitr στα ελληνικά - δέκατο λίτρου, δεκατόλιτρο, deciliter, δέκατο του λίτρου, δεκάλιτρο
  • diakonisa στα ελληνικά - διακόνισσα, ΔΙΑΚΟΝΟΣ, Η ΔΙΑΚΟΝΟΣ, διακόνισσα στο
  • elektroenergetyka στα ελληνικά - κύρος, εξουσία, δύναμη, Ηλεκτρικές Συσκευές, ΗΛΕΚΤΡΟΛΟΓΙΚΟ ΥΛΙΚΟ, ΗΛΕΚΤΡΟΛΟΓΙΚΟΥ ΥΛΙΚΟΥ, ηλεκτρικών συσκευών, ...
Τυχαίες λέξεις
Trenowanie στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εκπαίδευση, προπονούμενος, προπόνηση, κατάρτισης, κατάρτιση, εκπαίδευσης, την κατάρτιση