Trujący στα ελληνικά

Μετάφραση: trujący, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τοξικός, δηλητηριώδης, τοξικές, τοξικά, τοξικών, τοξικό
Trujący στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bezbłędnie στα ελληνικά - άψογα, αλάνθαστα, χωρίς παρατυπίες, άσφαλτα, άψογα σε
  • cukrzyk στα ελληνικά - διαβητικός, διαβητική, διαβητικούς, διαβητικής, διαβητικών
  • dewiacyjny στα ελληνικά - αποκλίνουσας συμπεριφοράς, αποκλίνουσα συμπεριφορά, αποκλίνουσας, αποκλίνουσα, απόκλισης
  • garstka στα ελληνικά - χούφτα, λίγες, ελάχιστες, λίγα, χούφτας
Τυχαίες λέξεις
Trujący στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τοξικός, δηλητηριώδης, τοξικές, τοξικά, τοξικών, τοξικό