Tworzyć στα ελληνικά

Μετάφραση: tworzyć, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φτιάχνω, αποτελώ, βρήκα, αναπτύσσομαι, δημιουργώ, εξαναγκάζω, συγκροτώ, ιδρύω, πλαίσιο, γεννώ, δελτίο, γεννοβολώ, πρόσωπο, κατασκευάζω, αριθμός, πλαισιώνω, δημιουργήσετε, δημιουργήσουν, δημιουργούν, δημιουργήσει, να δημιουργήσει
Tworzyć στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • banicja στα ελληνικά - εξορίζω, εξορία, αποκλεισμός, απαγόρευση, αποκλείω, απαγορεύω, εξορίας, ...
  • dobry στα ελληνικά - σωστός, δικαίωμα, ήπιος, καλοκάγαθος, ευγενικά, είδος, ευγενικός, ...
  • domatorstwo στα ελληνικά - σπίτι, οικογενειακή ζωή, οικιακότητας, οικιακή ζωή, την οικιακή ζωή, την οικιακή
  • heksogen στα ελληνικά - hexogen, κυκλονίτης, ύλης hexogen
Τυχαίες λέξεις
Tworzyć στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φτιάχνω, αποτελώ, βρήκα, αναπτύσσομαι, δημιουργώ, εξαναγκάζω, συγκροτώ, ιδρύω, πλαίσιο, γεννώ, δελτίο, γεννοβολώ, πρόσωπο, κατασκευάζω, αριθμός, πλαισιώνω, δημιουργήσετε, δημιουργήσουν, δημιουργούν, δημιουργήσει, να δημιουργήσει