Ułaskawienie στα ελληνικά
Μετάφραση: ułaskawienie, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συγχώρηση, επιείκεια, χάρη, συγχωρώ, συγγνώμη, απονομή χάριτος, χάριτος
Μεταφράσεις
- antyfeminista στα ελληνικά - γυναίκα, γυναίκας, γυναίκα που, γυναίκα των
- dętka στα ελληνικά - σωλήνας, κύστη, σωληνάριο, σωλήνα, σωλήνος, σωλήνων
- etamina στα ελληνικά - τουλπάνι, τουλουπάνι, cheesecloth, τουλουπανιού, γάζα
- fenotyp στα ελληνικά - φαινότυπο, φαινότυπος, φαινοτύπου, φαινότυπου, φαινότυπο που
Τυχαίες λέξεις
Ułaskawienie στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συγχώρηση, επιείκεια, χάρη, συγχωρώ, συγγνώμη, απονομή χάριτος, χάριτος
Μεταφράσεις: συγχώρηση, επιείκεια, χάρη, συγχωρώ, συγγνώμη, απονομή χάριτος, χάριτος