Wielce στα ελληνικά
Μετάφραση: wielce, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ψηλά, δυνατός, επίσης, πολύ, ισχυρός, σε μεγάλο βαθμό, μεγάλο βαθμό, σημαντικά, κατά πολύ
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- bifurkacja στα ελληνικά - διακλάδωση, διακλάδωσης, διχασμό, διχασμού, διακλαδώσεως
- dopinać στα ελληνικά - κουμπί, κουμπώνουν
- gniew στα ελληνικά - θυμός, αγανάκτηση, φουντώνω, μανία, οργή, φούρκα, μνησικακία, ...
- ibis στα ελληνικά - ίβης, Ibis, Το Ibis, ξενοδοχείο Ibis
Τυχαίες λέξεις
Wielce στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ψηλά, δυνατός, επίσης, πολύ, ισχυρός, σε μεγάλο βαθμό, μεγάλο βαθμό, σημαντικά, κατά πολύ
Μεταφράσεις: ψηλά, δυνατός, επίσης, πολύ, ισχυρός, σε μεγάλο βαθμό, μεγάλο βαθμό, σημαντικά, κατά πολύ