Λέξη: γιατρός
Σχετικές λέξεις: γιατρός
γιατρός με το στανιό, γιατρός δημήτρης αντωνίου, γιατρός στο σπίτι, γιατρός γυναικολόγος, γιατρός μουρούτης, ιατρός εργασίας, γιατρός ναζί, γιατρός τσιρώνης, γιατρός αεκ, γιατρός εοπυυ
Συνώνυμα: γιατρός
διδάκτορας, δόκτορας, ιατρός
Μεταφράσεις: γιατρός
γιατρός στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
physician, doctor, a doctor
γιατρός στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
médico, doctor, médico de, el médico
γιατρός στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
arzt, doktor, mediziner, Arzt, Doktor, Arztes
γιατρός στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
médecin, docteur, le médecin, un médecin, médecin de
γιατρός στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
medico, dottore, medico di, il medico, doctor
γιατρός στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
escriba, doutor, facultativo, médico, físico, médica
γιατρός στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
dokter, doctor, geneesheer, medicus, arts, arts te, huisarts
γιατρός στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
терапевт, целитель, доктор, врач, лекарь, врача, доктора, врачом
γιατρός στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
doktor, lege, legen, med lege, med legen
γιατρός στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
doktor, läkare, läkaren, doktorn, läkarens
γιατρός στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
lääkäri, lääkärin, lääkäriin, lääkärisi, lääkärillesi
γιατρός στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
læge, doktor, lægen
γιατρός στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
doktor, lékař, lékaře, lékařem, lékaři
γιατρός στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
lekarz, doktor, lekarza, lekarzem, doctor
γιατρός στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
belgyógyász, orvos, orvoshoz, orvosát, orvosa, orvost
γιατρός στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
doktor, hekim, doktorunuz, doktoru, doktorun
γιατρός στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
цілитель, доктор, терапевт, докторе, лікар, врач, лікарка
γιατρός στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
mjek, doktor, mjeku, doktori, mjeku i
γιατρός στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
лекар, лекарка, лекаря, доктор
γιατρός στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
лекар, ўрач, урач, доктар
γιατρός στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
raviarst, arst, arsti, arstile, arstiga
γιατρός στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
liječnik, ljekar, doktor, liječnika, liječnica
γιατρός στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
doktor, læknir, læknirinn, og læknirinn, lækni, að læknirinn
γιατρός στα λατινικά
Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
medicus
γιατρός στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
daktaras, gydytojas, gydytojo, gydytojui, gydytoją
γιατρός στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
terapeits, doktors, ārsts, ārstam, ārstu, ārsta
γιατρός στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
лекарот, лекар, доктор, докторот
γιατρός στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
doctor, medic, medicul, medicului, doctorul
γιατρός στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
zdravnik, zdravnika, zdravnikova, bo zdravnik, doktor
γιατρός στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
lekár, Váš lekár, lekára, lekárom