Wrażliwy στα ελληνικά
Μετάφραση: wrażliwy, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανήσυχος, ευπαθής, ευάλωτος, λογικός, επιδεικτικός, ζωντανός, οξύθυμος, αλγεινός, ευαίσθητος, ευέξαπτος, εύθικτος, ευεπηρέαστος, ανταποκρινόμενος, ευαίσθητα, ευαίσθητες, ευαίσθητο, ευαίσθητων
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- dekadentyzm στα ελληνικά - παρακμή, παρακμής, την παρακμή, της παρακμής, κατάπτωση
- domowy στα ελληνικά - οικιακός, σπίτι, κατοικίδιος, ειρηνικός, σπιτικό, εσωτερικός, οικογένεια, ...
- farad στα ελληνικά - φαράντ, ηλεκτρική μονάδα, η Farad
- folgowanie στα ελληνικά - επιείκεια, lenience, τη επιείκεια, ηπιότητα, ανεκτικότητα
Τυχαίες λέξεις
Wrażliwy στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανήσυχος, ευπαθής, ευάλωτος, λογικός, επιδεικτικός, ζωντανός, οξύθυμος, αλγεινός, ευαίσθητος, ευέξαπτος, εύθικτος, ευεπηρέαστος, ανταποκρινόμενος, ευαίσθητα, ευαίσθητες, ευαίσθητο, ευαίσθητων
Μεταφράσεις: ανήσυχος, ευπαθής, ευάλωτος, λογικός, επιδεικτικός, ζωντανός, οξύθυμος, αλγεινός, ευαίσθητος, ευέξαπτος, εύθικτος, ευεπηρέαστος, ανταποκρινόμενος, ευαίσθητα, ευαίσθητες, ευαίσθητο, ευαίσθητων