Ευαίσθητος στα πολωνικά
Μετάφραση: ευαίσθητος, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
czuciowy, mimozowaty, delikatny, uczuciowy, zmysłowy, drażliwy, wrażliwy, czuły, wyczulony, wrażliwe
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ευαίσθητος
ευαίσθητος άντρας, ευαίσθητος αποδέκτης, ευαίσθητος λεξικό, είμαι ευαίσθητος, ευαίσθητος άνθρωπος, ευαίσθητος λεξικό γλώσσας πολωνικά, ευαίσθητος στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- ευάρεστος στα πολωνικά - przyjemny, zgodny, wygodny, miły, niekłótliwy, sympatyczny, przyjemne
- ευέξαπτος στα πολωνικά - wrażliwy, pobudliwy, gniewliwy, popędliwy, drażliwy, gniewny, wybuchowy, ...
- ευαγγέλιο στα πολωνικά - ewangelia, Ewangelii, gospel, ewangelię
- ευαγγελίζομαι στα πολωνικά - zapowiadać, zwiastować, forsowane, poślubionej, poślubiona, poślubioną sobie
Τυχαίες λέξεις
Ευαίσθητος στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: czuciowy, mimozowaty, delikatny, uczuciowy, zmysłowy, drażliwy, wrażliwy, czuły, wyczulony, wrażliwe
Μεταφράσεις: czuciowy, mimozowaty, delikatny, uczuciowy, zmysłowy, drażliwy, wrażliwy, czuły, wyczulony, wrażliwe