Wrabiać στα ελληνικά
Μετάφραση: wrabiać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πλέκω, ζαρώνω, θρέφω, μπερδεύω, σύγχυση, συγχέουμε, αναμίξετε επάνω, μπερδέψετε
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- dyskonto στα ελληνικά - μείωση, σκόντο, έκπτωση, έκπτωσης, εκπτώσεις, προεξοφλητικό, προεξόφλησης
- fanatyczny στα ελληνικά - φανατικός, λυσσαλέος, φανατικών, φανατική, φανατικοί, φανατικό
- fobia στα ελληνικά - φοβία, φοβίας, φοβίες, τη φοβία, της φοβίας
- globus στα ελληνικά - υφήλιος, σφαίρα, κόσμο, πλανήτη, υδρόγειο, υφήλιο
Τυχαίες λέξεις
Wrabiać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πλέκω, ζαρώνω, θρέφω, μπερδεύω, σύγχυση, συγχέουμε, αναμίξετε επάνω, μπερδέψετε
Μεταφράσεις: πλέκω, ζαρώνω, θρέφω, μπερδεύω, σύγχυση, συγχέουμε, αναμίξετε επάνω, μπερδέψετε