Wspornik στα ελληνικά

Μετάφραση: wspornik, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φορέας, κομιστής, αγκύλη, παρηγορώ, στείρα, στέλεχος, μίσχος, υποστήριγμα, βραχίονα, στήριγμα, στηρίγματος
Wspornik στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • dyplomowy στα ελληνικά - αποφοίτηση, αποφοίτησή, την αποφοίτησή, την αποφοίτηση, βαθμολόγηση
  • fałszerz στα ελληνικά - πλαστός, κάλπικος, κίβδηλος, παραχαράκτης, παραχαράκτη, πλαστογράφος, παραποιητή, ...
  • indosat στα ελληνικά - Indosat
Τυχαίες λέξεις
Wspornik στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φορέας, κομιστής, αγκύλη, παρηγορώ, στείρα, στέλεχος, μίσχος, υποστήριγμα, βραχίονα, στήριγμα, στηρίγματος