Wyczuć στα ελληνικά
Μετάφραση: wyczuć, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σωφροσύνη, νόημα, αίσθημα, αισθανόμουν, αισθάνομαι, τσόχα, οσμή, ευωδία, άρωμα, μυρωδιά, ένιωθα, νιώθω, αισθάνονται, αισθάνεστε, αισθανθείτε
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- akolita στα ελληνικά - ακόλουθος, βοηθός ιερέα, παπαδάκι, ακόλουθος ιερέως
- aseksualny στα ελληνικά - άφυλος, ασεξουαλικών, ασεξουαλική, μονογονική, μονογονικός
- bawół στα ελληνικά - βουβάλι, βουβάλου, βουβάλια, βουβάλων, βουβαλιών
- ciąć στα ελληνικά - κόψιμο, κουρεύω, πόρπη, αποφάγια, κοπή, συνδετήρας, ψαλιδίζω, ...
Τυχαίες λέξεις
Wyczuć στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σωφροσύνη, νόημα, αίσθημα, αισθανόμουν, αισθάνομαι, τσόχα, οσμή, ευωδία, άρωμα, μυρωδιά, ένιωθα, νιώθω, αισθάνονται, αισθάνεστε, αισθανθείτε
Μεταφράσεις: σωφροσύνη, νόημα, αίσθημα, αισθανόμουν, αισθάνομαι, τσόχα, οσμή, ευωδία, άρωμα, μυρωδιά, ένιωθα, νιώθω, αισθάνονται, αισθάνεστε, αισθανθείτε