Wykazać στα ελληνικά
Μετάφραση: wykazać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εμφαίνω, δείχνω, παράσταση, διηγούμαι, σόου, προβολή, επίδειξη, θέαμα, δείχνουν
Μεταφράσεις
- bzdurzyć στα ελληνικά - μωρολογώ, σαλιαρίζω, drool, σάλια, σάλια τρέχουν
- dostawa στα ελληνικά - προμήθεια, παροχή, χορήγηση, παρέχω, παράδοση, παραλαβή, διανομή, ...
- handlowy στα ελληνικά - διαφήμιση, εμπορικός, επιχείρηση, την επιχείρηση, επιχειρήσεων, των επιχειρήσεων, επιχειρηματικές
- hipnotyzować στα ελληνικά - σαγηνεύω, γοητεύω, υπνωτίζω, Hypnotize, υπνωτίζουν, υπνωτιστείτε
Τυχαίες λέξεις
Wykazać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εμφαίνω, δείχνω, παράσταση, διηγούμαι, σόου, προβολή, επίδειξη, θέαμα, δείχνουν
Μεταφράσεις: εμφαίνω, δείχνω, παράσταση, διηγούμαι, σόου, προβολή, επίδειξη, θέαμα, δείχνουν