Wykształcić στα ελληνικά
Μετάφραση: wykształcić, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διαμορφώνω, σχήμα, σχηματίζω, μορφώνω, εκπαιδεύσει, εκπαίδευση των, εκπαιδεύσουν, να εκπαιδεύσει, εκπαιδεύσει τους
Μεταφράσεις
- adenozyna στα ελληνικά - αδενοσίνης, αδενοσίνη, της αδενοσίνης, η αδενοσίνη, την αδενοσίνη
- błogosławieństwo στα ελληνικά - ευλογία, την ευλογία, ευλογίες, ευλογίας, ευχή
- demitologizacja στα ελληνικά - έκθεση
- dwukrotny στα ελληνικά - διπλό, διπλή, διπλής, διπλά, διπλού
Τυχαίες λέξεις
Wykształcić στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διαμορφώνω, σχήμα, σχηματίζω, μορφώνω, εκπαιδεύσει, εκπαίδευση των, εκπαιδεύσουν, να εκπαιδεύσει, εκπαιδεύσει τους
Μεταφράσεις: διαμορφώνω, σχήμα, σχηματίζω, μορφώνω, εκπαιδεύσει, εκπαίδευση των, εκπαιδεύσουν, να εκπαιδεύσει, εκπαιδεύσει τους