Wyliczyć στα ελληνικά

Μετάφραση: wyliczyć, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υπολογίζω, λογαριάζω, υπολογισμό, υπολογίσει, υπολογίζουν, τον υπολογισμό, υπολογίζει
Wyliczyć στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bazylia στα ελληνικά - βασιλικός, βασιλικό, βασιλικού, Βασίλης, Basil
  • boleśnie στα ελληνικά - οδυνηρά, οδυνηρώς, σοβαρά, απολύτως, οδυνηρή
  • eufemistycznie στα ελληνικά - κατ 'ευφημισμόν, ευφημιστικά
  • gryzmoł στα ελληνικά - scrawls
Τυχαίες λέξεις
Wyliczyć στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υπολογίζω, λογαριάζω, υπολογισμό, υπολογίσει, υπολογίζουν, τον υπολογισμό, υπολογίζει