Wypełnienie στα ελληνικά

Μετάφραση: wypełnienie, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σφράγισμα, γέμισμα, χορταστικός, ολοκλήρωση, τελείωμα, γεμίζω, εκπλήρωση, τήρηση, εκπλήρωσης, εκτέλεση, την εκπλήρωση
Wypełnienie στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bluźnierstwo στα ελληνικά - βλασφημία, βλασφημίας, τη βλασφημία, περί βλασφημίας, της βλασφημίας
  • bylinowy στα ελληνικά - πολυετή, αιώνιο, πολυετείς, πολυετές, πολυετών
  • dynamicznie στα ελληνικά - δυναμικά, δυναμική, δυναμικό, με δυναμικό, δυναμικό τρόπο
  • flaszeczka στα ελληνικά - ξυδιέρα, φιάλη όξους, λαδιέρα, φιάλη ελαίου
Τυχαίες λέξεις
Wypełnienie στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σφράγισμα, γέμισμα, χορταστικός, ολοκλήρωση, τελείωμα, γεμίζω, εκπλήρωση, τήρηση, εκπλήρωσης, εκτέλεση, την εκπλήρωση