Wyróżnik στα ελληνικά
Μετάφραση: wyróżnik, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σουσούμι, χαρακτηριστικό, αφιέρωμα, διακρίνουσας, διακρίνουσα, διακρίνουσες, διακριτική, discriminant
Μεταφράσεις
- bilinearny στα ελληνικά - διγραμμικό, Bilinear, διγραμμική, διγραμμικού, το διγραμμικό
- celowość στα ελληνικά - λογική, σκοπιμότης, σκοπιμότητα, αποφασιστικότητας, η προσήλωση στον στόχο
- hydratyzowany στα ελληνικά - ενυδατωμένο, ενυδατώνεται, ενυδατώνονται, ενυδατωθεί, ενυδατώθηκε
- iskrzyć στα ελληνικά - εξάπτω, διεγείρω, ανάβω, απαστράπτω, λάμπω, λάμψη, σπινθήρισμα, ...
Τυχαίες λέξεις
Wyróżnik στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σουσούμι, χαρακτηριστικό, αφιέρωμα, διακρίνουσας, διακρίνουσα, διακρίνουσες, διακριτική, discriminant
Μεταφράσεις: σουσούμι, χαρακτηριστικό, αφιέρωμα, διακρίνουσας, διακρίνουσα, διακρίνουσες, διακριτική, discriminant