Wzdychać στα ελληνικά
Μετάφραση: wzdychać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λαχανιάζω, αναστεναγμός, αναστενάζω, στεναγμός, αναστεναγμό, στεναγμό, ανάσα
Μεταφράσεις
- astrolog στα ελληνικά - αστρολόγος, αστρολόγο, αστρολόγου, αστρολόγοι, ο αστρολόγος
- chochlik στα ελληνικά - διαβολάκι, δαιμόνιο, imp, ΟΘΠ, ΟΜΠ
- dwójnasób στα ελληνικά - διπλός, σωσίας, διπλασιάζω, διπλάσια, διπλά, διπλής, διπλή, ...
- higieniczny στα ελληνικά - υγιεινός, υγιεινής, υγιεινή, υγιεινό, υγιεινές
Τυχαίες λέξεις
Wzdychać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λαχανιάζω, αναστεναγμός, αναστενάζω, στεναγμός, αναστεναγμό, στεναγμό, ανάσα
Μεταφράσεις: λαχανιάζω, αναστεναγμός, αναστενάζω, στεναγμός, αναστεναγμό, στεναγμό, ανάσα