Zachęcić στα ελληνικά
Μετάφραση: zachęcić, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ενθαρρύνω, προάγω, προσκαλώ, προωθώ, ενθαρρύνει, ενθαρρύνουν, την ενθάρρυνση, να ενθαρρύνει
Μεταφράσεις
- fiolka στα ελληνικά - φιαλίδιο, φιάλη, φιαλιδίου, φιάλη που
- golf στα ελληνικά - γκολφ, Γήπεδο, Golf, του γκολφ, γήπεδα
- heliografia στα ελληνικά - heliographs
- hutniczy στα ελληνικά - ατσάλι, μεταλλουργικός, χάλυβας, ατσαλένιος, μεταλλουργική, μεταλλουργικές, μεταλλουργικό, ...
Τυχαίες λέξεις
Zachęcić στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ενθαρρύνω, προάγω, προσκαλώ, προωθώ, ενθαρρύνει, ενθαρρύνουν, την ενθάρρυνση, να ενθαρρύνει
Μεταφράσεις: ενθαρρύνω, προάγω, προσκαλώ, προωθώ, ενθαρρύνει, ενθαρρύνουν, την ενθάρρυνση, να ενθαρρύνει